Αρχεία Ιστολογίου

PATAPOUF – ΑΠΟ ΤΗΝ ΓΑΛΛΙΑ ΜΕ ΑΓΑΠΗ

Δεν ήταν μόνον ο κ. Δραγούνης με την Πηδάλιο Πρες, που έφεραν Γαλλικά κόμικς της Mon Journal και της Imperia στην Ελλάδα. Σε μια εποχή πολύ μπερδεμένη, σε σχέση με τα πνευματικά δικαιώματα και τα αποκλειστικά συμβόλαια των οίκων του εξωτερικού, οι Έλληνες εκδότες προσπαθούσαν να εισαγάγουν πρωτότυπα εικονογραφημένα, ανταγωνιστικά των συναδέλφων τους, ή απλά με χαμηλό κόστος να γεμίσουν τις σελίδες των δικών τους εκδόσεων. Η δεκαετία που κουβάλησε στις πλάτες της αυτή την μορφή δημιουργικότητας και εκδοτικών ανησυχιών, ήταν κυρίως του 1970, οπότε και το κόμικς – περιπτέρου γνώρισε μεγάλες δόξες στη χώρα μας, με δεκάδες νέους και παλιούς τίτλους. Σε έναν από αυτούς, συναντάμε την μορφή ενός χιουμοριστικού χαρακτήρα, που εδώ να πούμε ότι μεταφράστηκε σαν όνομα στο επ` ακριβώς, δίχως δικές μας παρεμβάσεις, δηλαδή Τόμ Παταπόμ. Ήταν 1976 και η δεύτερη περίοδος των εικονογραφημένων του κ. Ανεμοδουρά, με διαφορετική φιλοσοφία και περιεχόμενο. Μεγαλύτερα σχήματα, περισσότερες σελίδες, νέοι ήρωες, νέοι τίτλοι. Τα Ζαγκόρ και Όμπραξ, είχαν αντικατασταθεί με τα Τζάγκουαρ, Δίκαιος, Μικρός Ήρως. Σ` αυτό το τελευταίο, την προσπάθεια να αναβιώσει για ακόμη μια φορά μια θρυλική μορφή λαϊκού αναγνώσματος του 1950(αυτό που καθιέρωσε τον εκδότη – συγγραφέα κ. Στυλιανό Ανεμοδουρά), παρατηρούμε την τροποποίηση του στα νέα δεδομένα, με την συνύπαρξη εικονογραφημένων σε συνέχειες ή αυτοτελών, στο ίδιο δηλαδή μήκος κύματος με τα υπόλοιπα περιοδικά του Έλληνα εκδότη, εκείνη την εποχή. Ένας από τους ήρωες που μπήκαν στον Μικρό Ήρωα εκείνον, ήταν και ο Τόμ Παταπόμ, που αναφέραμε πιο πάνω. Πριν μιλήσουμε για την προέλευση και τον δημιουργό του, νομίζω ότι αξίζει να σταθούμε λιγάκι στον ίδιο τον χαρακτήρα αυτόν, για να παρατηρήσουμε τις ιδιαιτερότητες του.

Ο κοντούλης με το καρτούν ύφος και την κεφάτη σχεδίαση Τόμ, ήταν μέρος μιας συνολικής διακωμώδησης των ιστοριών που διαδραματίστηκαν στην Αμερική των φιλονικιών, μεταξύ των Άγγλων και των Γάλλων, που έριζαν για την κυριαρχία τους στην νέα αυτή ήπειρο. Δύο διαφορετικά βασιλικά στέμματα, αγωνίζονταν σε ξένο αχυρώνα, για να εντάξουν ακόμη ένα διαμάντι στην κοσμηματοθήκη των ηγεμόνων τους. Η ιστορία είναι γνωστή και ειπωμένη πολλές φορές, ειδικά στα εικονογραφημένα. Μάλιστα, δύο από αυτά, ο Μπλέκ και ο λοχαγός Μάρκ, αφηγήθηκαν ρεαλιστικά και με πάθος, αυτό τον αγώνα των Αμερικανών πατριωτών για την ελευθερία και ταυτίστηκαν σε μεγάλο βαθμό με τους Έλληνες αναγνώστες. Ο Τόμ όμως, είναι μια άλλη περίπτωση, πιο κοντά στην παρωδία, αν και αναζητάει ακριβώς την ίδια ευκαιρία για ανεξαρτησία. Οι Άγγλοι είναι κακοί και φυσικά παρόντες, αλλά στις γκάφες τα σενάρια μοιράζουν σε ίσα μερίδια και στους δύο αντιπάλους των καρέ, τις δόσεις χιούμορ. Περίεργη επιλογή από τον εκδότη θα την χαρακτήριζα και λιγάκι τολμηρή, να εντάξει έναν τέτοιο ήρωα στο περιοδικό του, που μάλλον διασκεδάζει τις εντυπώσεις των προηγούμενων εικονογραφημένων του, τις αποδομεί και χτίζει στον σκελετό της βασικής ιδέας μια σάτιρα, που ενδεχομένως και να ενόχλησε κάπως τους Έλληνες αναγνώστες της εποχής.

Πάμε στην προέλευση του ήρωα τώρα, για να δούμε ποιος βρίσκονταν πίσω από τον Τόμ Παταπόμ. Η πρώτη του εμφάνιση στο Γαλλικό κοινό, έγινε μέσα από το περιοδικό Tchak(πολυθεματικό), της Mon Journal, στο τεύχος Ιουλίου του 1968. Στο ίδιο αυτό τεύχος, εμφανίζεται και ένας ακόμη γνώριμος στους Έλληνες αναγνώστες χαρακτήρας, ο Ροκ ο Αόρατος, για τον οποίο όμως θα μιλήσουμε προσεχώς. Ο Τόμ δεν έμεινε για παραπάνω από τρία χρόνια μέχρι το 1972, οπότε και αντικαταστάθηκε από τον Tico του Benito Jacovitti. Ο δημιουργός του Τόμ Παταπόμ, είναι μια από τις πλέον σημαντικές μορφές παγκοσμίως, στον χώρο των κόμικς. Ξεκίνησε το 1947 σαν βοηθός της Lisa Buffolente(θρυλική μορφή των Ιταλικών κόμικς, που μεταξύ άλλων σχεδίασε και τον Ρίνγκο Τέλερ, που διαβάσαμε στον μικρού σχήματος Μπλέκ), για να συνεχίσει με τον πατέρα Bonelli στο γουέστερν κόμικς Plutos, αλλά και με τον Mario Uggeri στον Red Carson. Έκανε τα σενάρια των Pecos Bill και Oklahoma, του Guido Martina(το Οκλαχόμα το διαβάσαμε στο Βέλος του κ. Τερζόπουλου), για να αναχωρήσει προς Γαλλία μεριά στα μέσα της δεκαετίας του`60 και συγκεκριμένα για την εκδοτική LUG. Για λογαριασμό της σχεδίασε και έγραψε τα σενάρια του Τόμ Παταπόμ, ενώ επιστρέφοντας στην Ιταλία το 1971, σχεδίασε ακόμη ένα θρυλικό κόμικς, που διαβάσαμε και στην χώρα μας, το Johnny Logan! Αντιλαμβάνεστε ότι έχουμε να κάνουμε με έναν εκ των κορυφαίων Ευρωπαίων δημιουργών, με ένα βιογραφικό που χρειάζεται πολλές σελίδες για να καταγραφεί! Πέραν όλων όμως, αυτό που αποτελεί αξιοθαύμαστο στην περίπτωση του Lionel Cimpellin, είναι η ικανότητα του να αλλάζει φόρμες και γραμμές σχεδίασης, να περνά από το ένα είδος κόμικς στο άλλο και να μπορεί συγχρόνως να σχεδιάζει αλλά και να γράφει σενάρια! Πολυτάλαντος και χαρισματικός, ο δημιουργός αυτός θα μας απασχολήσει και σε άλλα παρόμοια πορτρέτα κόμικς χαρακτήρων στο μέλλον. Έχουμε αφήσει ανοιχτούς λογαριασμούς με τον κ. Cimpellin!

Γιώργος Κοσκινάς

Οι εσωτερικές σελίδες της Ελληνικής έκδοσης, είναι από το αρχείο του συντάκτη. Τα εξώφυλλα και οι εσωτερικές σελίδες της Γαλλικής έκδοσης, είναι από το εξαιρετικό και με μεράκι φτιαγμένο, υπέροχο blog

http://leblogdedk.over-blog.com/

Μέρος των βιογραφικών στοιχείων αντλήθηκε από το κορυφαίο στο είδος του και must για κάθε φίλο των κόμικς

http://www.lambiek.net/

Όλα τα άρθρα αυτού του τύπου θα τα βρείτε στην κατηγορία Ήρωες & Δημιουργοί.

SERGIO BONELLI – Ο ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΣ ΤΟΥ ΚΟΡΥΦΑΙΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΕΚΔΟΤΙΚΟΥ ΟΙΚΟΥ ΚΟΜΙΚΣ

Όλα αυτά τα χρόνια της έρευνας και της συλλογής, του κόμικς παρελθόντος της χώρας μας και όχι μόνον, δεν συνάντησα πολλές μορφές σαν του κ. Bonelli(το ψευδώνυμο που χρησιμοποιούσε, ήταν το Guido Nollita!). Ο άνθρωπος πίσω από τα παιδικά και εφηβικά μας χρόνια, που λανσάρισε δεκάδες χάρτινους ήρωες, με τους οποίους ταξιδέψαμε γυρίζοντας τις σελίδες των κόμικς της δεκαετίας του `60 και του `70 στην Ελλάδα, ήταν μια σπουδαία προσωπικότητα στην γειτονική Ιταλία.

Ένας καταξιωμένος εκδότης και δημιουργός, με τεράστια συνεισφορά στην ανάπτυξη της ένατης τέχνης στη χώρα του. Η σχολή που δημιούργησε, με δεκάδες επιτυχημένες εκδόσεις, επηρέασε πολλούς επίδοξους μιμητές και αποκαλέστηκε Bonellissimo. Κοντά του δούλεψαν μερικοί από τους κορυφαίους σχεδιαστές όλων των εποχών, όπως οι Guido Grepax(τα ερωτικού περιεχομένου κόμικς του οποίου, αποτελούν σημείο αναφοράς στον χώρο! Ψάξτε τα, παρά τις μεγάλες δυσκολίες να βρεθούν πια, από τις εκδόσεις Πλειάς), Hugo Pratt(δημιουργό του “Corto Maltese” – εκδόσεις Μαμούθ) και Sergio Toppi. Οι παρακάτω γραμμές, είναι ένας ελάχιστος φόρος τιμής, σε αυτόν τον άνθρωπο, που άλλαξε με τις ιδέες του τον ρου της Ευρωπαϊκής κόμικς – ιστορίας. Ο Gian Luigi Bonelli γεννήθηκε στο Μιλάνο το 1908. Ξεκίνησε σαν σεναριογράφος στα τέλη της δεκαετίας του`30, στις εφημερίδες Il Corriere del Piccoli και Giornale Illustrato del Viaggi, του εκδότη Sonzogno. Οι τρείς πρώτες του απόπειρες, ήταν οι ιστορίες «Le Tigri dell’Atlantico», «Il Crociato Nero» και «I Fratelli del Silenzio». Στην συνέχεια μπήκε στον χώρο των κόμικς – strip, με τις δουλειές του στα “Primarosa», «L’Audace», «Rintintin» και «Jumbo», αλλά κυρίως στο εβδομαδιαίο «Il Vittorioso», να τον κατατάσσουν ανάμεσα στους κορυφαίους σεναριογράφους κόμικς. Το 1939 αποφασίζει να γίνει εκδότης, αλλά ο Β` Παγκόσμιος Πόλεμος θα τον κρατήσει ανενεργό μέχρι το 1947, οπότε και μαζί με τον Giovanni Di Leo, βγάζουν το περιοδικό “Cow Boy”, που περιείχε μεταφράσεις των Γαλλικών “Robin Hood” και “Fantax”. Ένα χρόνο μετά, θα γράψει τα σενάρια, ενώ ο σχεδιαστής Aurelio Gallepini θα αναλάβει την εικονογράφηση, της πρώτης τεράστιας εκδοτικής του επιτυχίας. Ο Tex Willer(στην Ελλάδα οι περιπέτειες του ξεκίνησαν το 1969 σαν Ροκ στις εκδόσεις Νέος Παρνασσός, συνεχίστηκαν σαν Tex από τον κ. Παπαχρυσάνθου και κατέληξαν σαν Ροντέο από τον κ. Ανεμοδουρά το 1983!), αγαπήθηκε πολύ στην Ιταλία και μεταφράστηκε σε πάνω από 25 χώρες, μεταξύ των οποίων και η δική μας. Το`49, γράφει τις αυτοτελείς ιστορίες του “Plutos”(σκίτσα Leone Cimpelin) και το 1954 τις αντίστοιχες για τα “Yuma Kid”, και Il Cavaliere Nero”, που εκδίδονται με την πολύτιμη βοήθεια του Mario Uggeri.

Οι τρείς σχεδιαστές των πιο πάνω, θα αφήσουν εποχή, στην Ευρωπαϊκή ιστορία των κόμικς, σαν Esse Gesse(Giovanni Sinchetto, Dario Guzzon, Pietro Sartoris)! Πρόκειται για την σχεδιαστική ομάδα που μας έδωσε μεταξύ άλλων και το “Il Grande Blek”, ή απλά Μπλέκ αν προτιμάτε, δεύτερη πολλή μεγάλη επιτυχία του εκδοτικού οίκου του κ. Bonelli, αλλά και του …δικού μας κ. Ανεμοδουρά, που είχε τα πνευματικά δικαιώματα πολλών εμπνεύσεων του Ιταλού δημιουργού. Το 1955, τέσσερεις διαφορετικοί, σπουδαίοι σχεδιαστές, αναλαμβάνουν να εικονογραφήσουν, τις αυτοτελείς ιστορίες του “I Tre Bill”. Είναι οι Giovanni Benvenuti, Gino D` Antonio(το 1967, μας έδωσε την υπέροχη σειρά «Η Κατάκτηση της Δύσης», την δική του εικονογραφημένη εκδοχή των πεπραγμένων στην Άγρια Δύση! Την έκδοση της σειράς στη χώρα μας, στη δεκαετία του`80, ανέλαβε η Μαμούθ Κόμικς), Roy D` Ami(η δεύτερη μεγάλη σχολή κόμικς στην Ιταλία! Από τα δικά του στούντιο, πέρασαν πολύ σπουδαίοι δημιουργοί)και Renzo Galegari.

Το 1956, οι D` Antonio, Galegari και o Dino Battaglia(δουλειές του όπως το «Τάγμα του Φοίνικα», διαβάσαμε από τις εκδόσεις «Βαβέλ Noir»), επιμελούνται μια ακόμη επιτυχημένη ιδέα του Bonelli, το “El Kid”. Την ίδια χρονιά κυκλοφορεί το “Hondo” και το 1962, το μεταφρασμένο και εδώ από τον κ. Ανεμοδουρά, “Il ragazzo nel Far West”, ή εν συντομία «Τομ», που ενσωματώθηκε στο εβδομαδιαίο «Μπλέκ». Ένα χρόνο πριν, είχε έρθει και η γνωριμία με τον σχεδιαστή Gallieno Ferri, καρπός της οποίας ήταν και μια ακόμη εκδοτική επιτυχία του οίκου, το “Zagor”, που διαβάσαμε και στην Ελλάδα. Το 1966 είναι η σειρά του “Il Commantate Mark”(Λοχαγός Μάρκ. Στην χώρα μας ήρθε για πρώτη φορά το `67 από τις εκδόσεις του κ. Φλεβοτόμου, για μόλις τρία τεύχη, με τον τίτλο Κάπταιν Σουίγκ!

Θεωρείται σχεδόν ακατόρθωτο να βρεθούν αυτά τα τεύχη, που είναι από τα πιο σπάνια των Ελληνικών κόμικς! Στην δεκαετία του`70, ο κ. Ανεμοδουράς ενσωμάτωσε τον ήρωα στο περιοδικό «Όμπραξ», που πήρε το όνομα του από τον δεύτερο ήρωα που φιλοξένησε, τον ομώνυμο καουμπόι!), για να ακολουθήσουν το 1977 το “Mister No”(δυο απόπειρες να πιάσει στην Ελληνική αγορά από τον κ. Ανεμοδουρά, το 1976 και το 1983), το `82 ο “Martin Mystere”, το `86 ο “Dylan Dog”(εκδόσεις Jemma Press), το `91 ο “Nathan Never” και το 2000 ο “Dampyr”( εκδόσεις Jemma Press). Το 2011, ο Bonelli αποχαιρέτησε τον μάταιο τούτο κόσμο, πλήρης ημερών και αναγνώρισης, έχοντας αφήσει πίσω του σημαντικότατο έργο – παρακαταθήκη, για τον συνεχιστή των εκδόσεων του, τον γιο του Sergio Bonelli.

Όλα τα άρθρα αυτού του τύπου θα τα βρείτε στην κατηγορία Ήρωες & Δημιουργοί.