Category Archives: Writers
«Οι άνθρωποι της περιπέτειας» – ΚΑΡΛ ΜΑΥ
Ποιος θεωρείται ο Γερμανός Ιούλιος Βερν;
Ποιος είναι ο πιο διαβασμένος συγγραφέας στα Γερμανικά(100 εκατομμύρια αντίτυπα!);
Ποιος είναι ο συγγραφέας με τις περισσότερες μεταφράσεις από τα Γερμανικά(άλλα 100 εκατομμύρια αντίτυπα!);
Ποιος είναι ο αγαπημένος συγγραφέας τόσο του Άλφρεντ Αινστάιν, όσο και του Αδόλφου Χίτλερ;
Μα ο Κάρλ Μάυ!
Ο Καρλ Φρίντριχ Μάυ, γεννήθηκε το 1842 στο Έρνσταλ της Σαξωνίας και πέθανε το 1912. Σπούδασε δάσκαλος, αλλά δεν δίδαξε ποτέ, γιατί νέος ενεπλάκη σε μια παραβατική ζωή από κλοπές και απάτες και για 10 περίπου χρόνια μπαινόβγαινε στις φυλακές. Άρχισε να γράφει το 1874. Οι πρώτες ιστορίες διαδραματίζονταν στην Γερμανία και δημοσιεύονταν σε συνέχειες σε περιοδικά, κυρίως στο «Ο Γερμανικός Οικογενειακός Θησαυρός». Από το 1891 άρχισαν να δημοσιεύονται σε τόμους, στα πλαίσια της σειράς «Συγκεντρωμένες Ταξιδιωτικές Ιστορίες του Καρλ Μάυ», που μέχρι τον θάνατο του είχαν φτάσει τους 33 τόμους. Η δημοσίευση συνεχίζεται μέχρι σήμερα, με ημιτελή και αδημοσίευτα κείμενα, αλλά και με έργα συνεχιστών του, η σειρά έχει ξεπεράσει τους 90 τόμους, ενώ υπάρχει και δεύτερη σειρά με σχόλια, που έχει ξεπεράσει τους 100 τόμους! Επιπλέον ο Καρλ Μάυ έχει γράψει ποίηση και μουσικά έργα. Πολλά βιβλία του μεταφέρθηκαν επανειλημμένα και με μεγάλη επιτυχία στην σκηνή και την οθόνη(μικρή και μεγάλη), κυρίως στην Γερμανία.
Οι διασημότερες ιστορίες του ανήκουν σε δύο κύκλους. Τον Ανατολίτικο ή Οθωμανικό και τον πιο γνωστό καουμπόικο. Ο πρώτος ξεκίνησε το 1892, με το βιβλίο «Δια μέσω της Ερήμου».
Έχει για πρωταγωνιστή τον Κάρα Μπεν Νέμσι(Καρλ, ο γιός του Γερμανού), που με βοηθό του τον Χατζή Χαλέιρ Ομάρ, περιπλανιέται στην τότε Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ο δεύτερος ξεκίνησε το 1894, με το βιβλίο «Βινετού».
Σε αυτό παρακολουθούμε τις περιπέτειες στο Φαρ Ουέστ του Κάρλ «Ολντ Σάττερχαντ»(γέρο βαρυχέρη) και του σταυραδελφού του Βινετού, αρχηγού της φυλής των Απάτσι.
Σ` αυτά τα βιβλία, ο Κάρλ Μάυ έχει ως πρωταγωνιστή έναν Γερμανό(τάση γενικότερη των συγγραφέων παλαιότερα, να κολακεύουν το ντόπιο κοινό τους – θυμηθείτε πόσα Ελληνόπουλα πρωταγωνιστούσαν σε ιστορίες ζούγκλας και γουέστερν). Αλλά ο Καρλ Μάυ πήγε ακόμη παρά πέρα, αφήνοντας να διαφαίνεται ότι περιγράφει προσωπικές του εμπειρίες. Αυτό το ενίσχυσε απαντώντας ανάλογα σε επιστολές αναγνωστών, ή φωτογραφιζόμενος πότε ως γέρο – βαρυχέρης και πότε ως Κάρα Μπεν Νέμσι. Αργότερα παραδέχτηκε ότι το έκανε γιατί έπασχε από σύνδρομο διχασμένης προσωπικότητας.
Ο Καρλ Μάυ(όπως άλλωστε και πολλοί άλλοι συγγραφείς περιπετειών), δεν είχε επισκεφτεί (τουλάχιστον για το μεγαλύτερο μέρος των ιστοριών του), τα μέρη που περιέγραψε. Βασίστηκε βέβαια σε εκτενές διάβασμα, σε αφηγήσεις και συμπλήρωνε – κυρίως, σε ο,τι αφορά συμπεριφορές και νοοτροπίες – από την φαντασία του. Οι περιγραφές του πάντως είναι πολύ λεπτομερειακές, όπως διαπίστωσε και ο γράφων, διαβάζοντας το βιβλίο «Δια μέσου της Ερήμου», το οποίο ξεκινά από την Τυνησία, όπου έχω ζήσει για έναν χρόνο. Επιπλέον το γράψιμό του χαρακτηρίζεται από υπερβολή, όσον αφορά στα κατορθώματα των ηρώων(ο γέρο – βαρυχέρης είναι σε όλες τις δεξιότητες των καουμπόηδων άριστος, από την πρώτη φορά που τις εξασκεί και μάλιστα χωρίς να του τις δείξουν, γιατί τις έχει μελετήσει από βιβλία! Μήπως σας θυμίζει τον Μικρό Ήρωα;). Επιπλέον, υπάρχουν έντονα τα ηθικά στοιχεία της δικαιοσύνης, της φιλίας, της τιμιότητας κλπ, αλλά και κάποια δόση χιούμορ. Το γεγονός ότι έγραφε χωρίς να γνωρίζει τα μέρη, είχε κάνει τον Αδόλφο Χίτλερ να δηλώσει «ότι γι` αυτό είναι ακόμη καλύτερος συγγραφέας», και λέγεται ότι τον επηρέασε στο να νομίζει ότι είναι εύκολο να διευθύνει στρατιές από τα μετόπισθεν, έχοντας απλώς μελετήσει βιβλία και εντρυφήσει σε χάρτες! Το 1899 πάντως, έχοντας πια χρήματα, ο Καρλ Μάυ ξεκίνησε ένα ταξίδι προς την Ασία, κατά την διάρκεια του οποίου είχε κρίση νευρικής κατάπτωσης, εν μέρει διαπιστώνοντας ότι τα πράγματα δεν είναι όπως τα νόμιζε.
Αυτό τον άλλαξε, και άρχισε να γράφει με ένα στυλ πιο περίπλοκο και πιο πνευματικό. Σε αυτό το ύφος, γράφτηκε και ο τέταρτος τόμος του «Βινετού» και αφού ο Μάυ ταξίδεψε και στην Αμερική, όχι όμως στο Φαρ Ουέστ. Παράλληλα ενεπλάκη και σε έναν κυκεώνα δημοσιογραφικών και δικαστικών αγώνων, ενάντια σε επικριτές του που τον κατηγορούσαν και για το γεγονός πως παρουσιάζονταν να έχει ζήσει τις περιπέτειες των έργων του, αλλά και για τις νεανικές του ατασθαλίες, ακόμη και για το γεγονός ότι έγραψε σε καθολικό περιοδικό, ενώ ήταν προτεστάντης!
ΥΓ 1
Το σπίτι του Καρλ Μάυ στο Ραντεμπούλ(προάστιο της Δρέσδης), έχει μετατραπεί σε μουσείο αφιερωμένο στην ζωή του και στον ινδιάνικο πολιτισμό(ο γράφων το έχει επισκεφτεί). Υπ` όψιν ότι στο Ραντεμπούλ, κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου είχε λειτουργήσει παιδαγωγική ακαδημία, για παραγωγή δασκάλων που θα στελέχωναν τα σχολεία των Ελληνοπαίδων, που ζούσαν στις Ανατολικές χώρες.
ΥΓ 2
Το μοναδικό βιβλίο του Καρλ Μάυ που εντόπισα στα Ελληνικά, είναι ο πρώτος τόμος του «Βινετού». Εκδόθηκε το 1994 από την Palindrome Publications και βέβαια είναι δυσεύρετος. Το βιβλίο αρχίζει ως εξής: «Όποτε συλλογίζομαι τον ινδιάνο, πάντα η σκέψη μου πάει στον Τούρκο». Εννοεί, ότι και οι δύο λαοί είναι καταδικασμένοι, όπως πιστεύονταν τότε για την Οθωμανική Αυτοκρατορία, «ο μεγάλος Ασθενής».
Ον δη γουινγκς οφ δη φιουτσουρ!
Mε είχε ψήσει. Κι απ’ τις δυο μεριές. Με τηγάνιζε σιγά-σιγά για μέρες.
‘Όπου να’ ναι θα ζήσεις μια ανεπανάληπτη εμπειρία φίλε’.
Ο Στάθης ήταν ο μόνος από μια μεγάλη παρέα που είχε Ηλεκτρονικό Υπολογιστή, σωτήριο έτος 1981. Οι υπόλοιποι τους ξέραμε κυρίως από ταινίες επιστημονικής φαντασίας όπου συνήθως κάποιος με ασημί στολή και γελοίο καπέλο φώναζε σε κάποιον με λιγότερο γελοίο καπέλο ‘κύριε ο Εγκέφαλος του σκάφους δείχνει ότι θα δεχτούμε επίθεση από τους Γκάργκαφρονς στα επόμενα τέσσερα μικροκουάζαρ.’
Το δε ψήσιμο που μου είχε κάνει ο Στάθης γι’ αυτά που θα μου έδειχνε στον υπολογιστή με έκαναν να περιμένω να αποκρούσουμε επίθεση τουλάχιστον από 15 σμήνη Γκάργκαφρον χρησιμοποιώντας τον πανίσχυρο Ηλεκτρονικό Εγκέφαλο του Στάθη, γιατί με τον κανονικό εγκέφαλο του απ΄ότι τον ήξερα όχι σμήνος, αλλά ούτε υπέργηρο Γκάργκαφρον σε αναπηρικό κουάντουμ-καροτσάκι δεν αποκρούαμε.
Αποδείχτηκε ότι είχα πέσει κατά μια έννοια κοντά, μια και αυτό που ήθελε να μου δείξει ο Στάθης ήταν Εξομοιωτής Πτήσης. Κρατούσε στα χέρια του μια τεράστια δισκέτα σα κρεατόπιτα και με κοίταγε μέσα στα μάτια προσπαθώντας να καταλάβει αν είχα αντιληφθεί την τεράστια σοβαρότητα αυτού που μου έλεγε.
‘Αυτό είναι ένας Εξομοιωτής Πτήσης Πραγματικών Συνθηκών.’
‘Μη με κοιτάς έτσι με πιάνει πονοκέφαλος.’
‘Εξομοιωτής Πτήσης.’
‘Το ξαναείπες.’
‘Ναι. Εξομοιωτής Πραγματικών Συνθηκών.’
‘Αν δεν σταματήσεις να λες εξομοιωτής και να γουρλώνεις θα φύγω.’
Κάτσαμε στο κόκπιτ. Περιμέναμε. Περιμέναμε. ‘Φορτώνει’ με ενημέρωσε ο Στάθης για την πρόοδο των εργασιών. Μονόχειρας να φόρτωνε 14 τόνους βαλίτσες σε Airbus πιο γρήγορα θα είχε τελειώσει.
Το κακό δεν ήταν ότι άργησε. Το κακό είναι ότι κάποια στιγμή φόρτωσε.
‘Στάθη, έλα, έχει βγάλει τη μισή οθόνη πράσινη και τη μισή μπλε.’
Κοίταξε την οθόνη συγκινημένος. ‘Είμαστε έτοιμοι. Αυτό το κάτω είναι το έδαφος, και το μπλε είναι ο ουρανός.’
‘Εμείς που είμαστε;’
‘Μέσα στο αεροπλάνο βλάκα.΄’
‘Πότε θα μας φέρουνε την πορτοκαλάδα;’
‘Είναι πολεμικό αεροπλάνο, δεν έχει πορτοκαλάδα.’
Άνοιξε ένα μάνιουαλ 500 σελίδων. Μετά από 4 ώρες εντατική ανάγνωση καταλήξαμε στο ότι εγώ που δεν ξέρω από αεροπλάνα θα δουλεύω τα φλαπς, θα ανεβάσω τους τροχούς, θα δώσω την αρχική ώθηση και θα κάνω και το σφουγγάρισμα ενώ ο Στάθης θα αναλάμβανε το πιο νευραλγικό κομμάτι που ήταν να σηκώσει το αεροπλάνο.
Με το που ξεκινάμε ακούγεται ένας εκκωφαντικός βόμβος από το μεγαφωνάκι και γεμίζει η οθόνη πράσινο. Ο Στάθης έβγαζε αφρούς. ‘ΜΗ ΣΗΚΩΝΕΙΣ ΤΟΥΣ ΤΡΟΧΟΥΣ ΠΡΙΝ ΑΠΟΓΕΙΩΘΕΙ ΒΛΑΚΑ’. ‘Είναι αλήθεια ότι σε κάτι τέτοιες τεχνικές λεπτομέρειες δε μου βγαίνει.’
Μετά από μόλις 482 προσπάθειες απογειωθήκαμε. Το πράσινο κατέβηκε και γέμισε η οθόνη μπλε. Η φωνή του Στάθη είχε σπάσει από συγκίνηση. ‘Πετάμε’ είπε απλά. Ούτε οι αδερφοί Wright δεν είχαν τέτοιο βλέμμα, κυρίως γιατί δεν ήταν παρανοικοί.
Κάποια στιγμή βλέπουμε να έρχεται από κάτω κάτι καφέ.
‘Στάθη καφέ.’
‘Πα να φτιάξεις, πετάω τώρα.’
‘Όχι κάτι καφέ έρχεται από κάτω.’
‘Βουνά! Είναι τα βουνά!’
‘Πω πω. Κοίτα, μια μικρή στάνη. Δες την κορούλα του βοσκού, τι χαριτωμένη.’
‘Εντάξει μπορεί τα γραφικά να μην είναι τα καλύτερα…’
‘Έχουμε μισή καφέ οθόνη και μισή μπλε. Πόσο χειρότερα θα ήταν;’
Το χειρότερα ήταν να είναι όλη καφέ. Με τον ίδιο εκκωφαντικό ήχο απ’ το μεγαφωνάκι που ακουγόταν σαν κιθάρα Γερμανού μεταλά μαζί με ορχήστρα από πέντε βρεγμένες κόρνες νταλίκας. Επειδή είχαμε πέσει στα βουνά πιθανότατα καταπλακώνοντας και την χαριτωμένη κορούλα του βοσκού. Ο Στάθης επέμενε ότι όλοι οι μεγάλοι πιλότοι δεν είχαν κανέναν ηλίθιο δίπλα τους να κάνει ελεεινά σχόλια για τα γραφικά κι ότι αν ο Φον Ριχτχόφεν είχε εμένα δίπλα του αντί για να γίνει ο Κόκκινος Βαρώνος θα είχε καταλήξει σε ελεεινά αποκαίδια πάνω σε μια στάνη.
Οπότε αφού η πτήση είχε αποτύχει παταγωδώς ο Στάθης εμφάνισε το μυστικό του όπλο σε νέα δισκέτα-κρεατόπιτα, κοιτάζοντας γύρω γύρω σαν τη Μάτα Χάρι. ‘Τσόντα.’
Αυτό μάλιστα. Σε μια εποχή που πιστεύαμε ότι όλες οι γυναίκες είχαν μαύρα τσιρότα στο στήθος γιατί έτσι τις βλέπαμε στα ΠΡΟΣΕΧΩΣ, το να έχεις τσόντα, τη δική σου γυναίκα μέσα στη δική σου δισκέτα κρεατόπιτα ήταν όπως και να το κάνεις από τα πιο κουλ πράγματα από το Άλφα του Κενταύρου μέχρι εδώ.
Περιμέναμε τόσο να φορτώσει η τσόντα όσο να βλέπαμε τρεις ταινίες αλλά η τεχνολογία όπως μου εξήγησε ο Στάθης θέλει θυσίες. Με τα πολλά εμφανίστηκε στην οθόνη ένα γραφικό που έμοιαζε πιο πολύ με εξομοιωτή πτήσης απ΄ότι το προηγούμενο.
‘Ρε συ τι ειν’ αυτά τα καντράν;’ ‘Τα τέτοια της ρε.’ ‘Και το κόκπιτ;’ ‘Το τέτοιο της ρε, ποιο κόκπιτ;’ ‘Ποια τα τέτοια της και το τέτοιο της ρε, αυτό μοιάζει πιο πολύ με Τσέσνα απ’ ότι το προηγούμενο.’ ‘Είσαι ηλίθιος! Δεν ξέρεις πως είναι οι γυμνές γυναίκες άσχετε!’ ‘Άμα είναι έτσι τα τέτοια τους και το τέτοιο τους θα πάω σε μοναστήρι.’ ‘Να πας! Κάτσε να δεις τώρα τι κάνει άμα πατήσω αυτό το κουμπί.’
Ξαφνικά το κόκπιτ και τα καντράν άρχισαν να κουνιούνται σε ένα ρυθμό που μου ήταν παντελώς αδύνατο να ακολουθήσω και στο τέλος ακούστηκε ο ΙΔΙΟΣ ακριβώς ήχος του Γερμανού μεταλά – νταλικέρη.
Στην αγνή εφηβική μου ψυχή αυτή η συνάντηση άφησε βαθιές ουλές. Για αρκετό καιρό δεν μπορούσα να δω Τσέσνα χωρίς να φανταστώ μια Γερμανίδα να οδηγεί μια νταλίκα πατώντας πέντε κόρνες, και δε μπορούσα να δω νταλίκα χωρίς να σκεφτώ μια γυμνή αεροπόρο να παίζει με τα καντράν του αεροπλάνου ενώ έπεφτε, πράγμα που εξηγεί τώρα που το σκέφτομαι και πολλά άλλα πράγματα.
Ήταν μια μαγική στιγμή που μου είχαν χαρίσει τα ‘μπλιμπλίκια’ του παρελθόντος στην πιο πρώιμη τους μορφή….
Λάζαρος Αλεξάκης
Δεύτερο απόσπασμα για σήμερα, του πονήματος μας που σας δίνουμε μια γεύση σε αποκλειστικότητα. Κι αυτό θα το βρείτε λόγω θεματολογίας κυρίως, στην υπό – κατηγορία μας «SUGAR MOUNTAIN».
Το πιο πάνω κείμενο(και όλα όσα φέρουν την υπογραφή των Λάζαρου Αλεξάκη και Γιώργου Κοσκινά – συντάκτες wolf67 & gkosk), αποτελεούν τμήμα του νέου βιβλίου των Λάζαρου Αλεξάκη και Γιώργου Κοσκινά, που πρόκειται να κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Αιγόκερως και είναι κατοχυρωμένο πνευματικά τόσο στους δημιουργούς, όσο και στον εκδοτικό οίκο που έχει την αποκλειστική εκμετάλευση των δικαιωμάτων του. Δημοσιεύεται με σύμφωνη γνώμη των δημιουργών και του εκδότη. Κάθε εκμετάλευση ή αντιγραφή, μέρους ή ολοκλήρων των κειμένων, χωρίς την συγκατάθεση των πιο πάνω, επισύρει ντις προβλεπόμενες από τον νόμο κυρώσεις, σύμφωνα με το Ελληνικό σύνταγμα και το Ευρωπαικό.
Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.